Μελοποιημένος  ο Καβάφης συνεχίζει να εμπνέει - "ΧΑΡΤΗΣ" του Γ.Μονεμβασίτη

2019-03-03

   ( Απόσπασμα )

Αναμφίβολα ο πλέον μελοποιημένος Έλληνας ποιητής είναι ο  Κωνσταντ.Π. Καβάφης (1863-1933). Προσοχή! Ο πλέον μελοποιημένος, όχι ο πλέον τραγουδισμένος. Υπάρχει σημαντική ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στους δυο χαρακτηρισμούς. Δεν ξενίζει επομένως η συχνή εμφάνιση ηχογραφημάτων, τα οποία είτε περιέχουν κάποιες μελοποιήσεις ποιημάτων του Αλεξανδρινού, είτε είναι  εξ ολοκλήρου αφιερωμένα σε αυτόν.  (...........)   Ο πρώτος, χρονικά, συνθέτης που εμπνεύ­στη­κε από την ποίηση του Καβάφη ήταν ο Δημήτρης Μη­τρό­που­λος. Το 1925 άρχισε να επε­ξερ­γά­ζε­ται με θαυ­μα­στά πρω­το­πο­ρια­κό τρόπο τον ποι­η­τι­κό λόγο και την επομένη χρονιά είχε ολο­κλη­ρώ­σει τις μουσικές πα­ρεμ­βά­σεις του σε δε­κα­τέσ­σε­ρα ποι­ή­μα­τα. (.............)  ...............................................................................................................................Με διαφορετικό τρόπο προσέγγισε την ποίηση του Καβάφη η πρωτοεμφανιζόμενη δισκογραφικά πιανίστρια, συνθέτρια και μουσικοπαιδαγωγός Τζένη Τσίλη (γενν. 1968, Αθήνα). Προδιαθέτει άλλωστε για αυτό και η ονομασία της έκδοσης που περιέχει τις μελοποιήσεις της: Ένας άλλος Καβάφης. Παρουσιάστηκε το φθινόπωρο του 2018 και αποτελεί αυτοέκδοση. Τολμηρή, οπωσδήποτε, απόφαση, τούτο το τελευταίο, εν μέσω δισκογραφικής κρίσης. Και ως αυτοέκδοση είναι άξια κάθε επαίνου και εγκωμίου, μια και σέβεται ποικιλοτρόπως τη γενεσιουργό αιτία της. Τον Καβάφη και την ποίησή του δηλαδή. Λιτό, σεμνό και καλοσχεδιασμένο εξώφυλλο, αισθητική σκουρόχρωμη ταιριαστή στην αφορμή, ένθετο ολιγοσέλιδο μεν, περιεκτικότατο δε σε πληροφορίες - δεν λείπουν βεβαίως τα μελοποιημένα ποιήματα. Ιδιαίτερα προσεγμένης αισθητικής είναι και η πρόσοψη του δίσκου ακτίνας, με ευδιάκριτη νοσταλγική διάθεση αυτή. Οκτώ είναι τα ποιήματα που μελοποιήθηκαν και είναι διαλεγμένα από όλο σχεδόν το φάσμα της εργογραφίας του ποιητή. Γνωστά και μελοποιημένα ξανά και ξανά τα περισσότερα («Όσο μπορείς», «Επέστρεφε», «Φωνές», «Θερμοπύλες»), αλλά και κάποια λιγότερο γνωστά . («Επήγα», «Ηδονή»), που φανερώνουν ανησυχία και φιλέρευνη διάθεση. Το διαφορετικό ωστόσο που επικαλείται η ονομασία της έκδοσης τεκμηριώνεται από την ίδια την ουσία της. Τη μελοποίηση δηλαδή, που συνεπικουρείται, και σε αυτή την περίπτωση, από εξαιρετικές ερμηνείες.

Μελοποιώντας Καβάφη η Τζένη Τσίλη δίνει έμφαση στη σημειολογική διάσταση των στίχων, στην οποία ανακαλύπτει και ένα δυναμικό και κάπου-κάπου εξωστρεφή μάλλον παρά στοχαστικό, ταπεινό και ήρεμο ποιητή. Όταν έτσι το αποφασίζει τα τραγούδια της γνέφουν σε μια ροκ ή τζαζ αισθητική («Επήγα», «Όσο μπορείς», «Φωνές», «Θερμοπύλες»). Όταν υπερισχύει ο γλυκός ερωτισμός τότε τα τραγούδια γίνονται ατμοσφαιρικά, λυρικά, που τα καθοδηγεί συγκρατημένη και ευγενική μελαγχολία («Επέστρεφε», «Ηδονή» - όμορφο ηχόχρωμα του χαρίζει το βιολοντσέλο). Όταν το μουσικό βλέμμα κοιτάζει πίσω, στο παρελθόν, τότε αναδύονται παλιομοδίτικοι χορευτικοί ρυθμοί που θυμίζουν Ευρώπη, αλλά και εξευρωπαϊσμένη Μεσόγειο του μεσοπολέμου («Che fece... il gran rifiuto», «Μονοτονία» - εδώ συγκινείται και συγκινεί το μαντολίνο). Το πρόγραμμα ακρόασης συμπληρώνεται από την ηχογράφηση πρωτολειακής ερμηνείας - demo, δηλαδή - του «Επέστρεφε» (οποία σύμπτωση), στην οποία η φωνή της δημιουργού συνυφαίνει με εκείνη του τραγουδιστή.

Η μουσική ρέει αβίαστα, έχει προσωπικότητα, αρνείται να τυποποιηθεί, πρωτοτυπεί με ελεγχόμενη ανατρεπτική διάθεση, σχηματοποιεί τραγούδια. Όχι το ίδιο εύκολο να τραγουδηθούν, όπως αυτά του Κορκολή. Τραγούδια όμως και όχι ασυνάρτητα και ασύμμετρα -αυτό δεν είναι πάντα κακό- συνθέματα. Η Τζένη Τσίλη ευτύχησε να ακούσει τα τραγούδια της ερμηνευμένα από τον Βασίλη Γισδάκη (γενν. 1969, Κέρκυρα). Μαζί με αυτήν ευτυχήσαμε κι εμείς. Η χατζιδακική παιδεία του είναι φάρος που φωτίζει και τους πιο δύσβατους δρόμους. Ερμηνεύει τούτα τα τραγούδια του Καβάφη με αξιοζήλευτη εκφραστική θεατρικότητα. Τα αναδεικνύει σε μονόπρακτα για έναν τραγουδιστή. Με χαμαιλεόντιο ικανότητα προσαρμόζεται στις μουσικές μεταπλάσεις τους, ανιχνεύοντας και αυτός το διαφορετικό. Ένας άλλος Καβάφης με έναν άλλο Γισδάκη, λοιπόν. Η τρυφερότητα της φωνής του στην ερμηνεία του «Επέστρεφε» καταλυτική. Η αγχώδης αυτοκριτική στο «Όσο μπορείς» συναρπαστική. Τούτο βεβαίως το τραγούδι με την επανάληψη λέξεων και φράσεων φέρνει ξανά στο προσκήνιο τη γνωστή παθογένεια της μελοποιημένης ποίησης. Σπάνια συναντάται πια αδιατάρακτος ο λόγος του ποιητή. Ευτυχώς, πάντως, και σε αυτή την περίπτωση δεν διαπιστώθηκαν παρατονισμοί λέξεων, ούτε και νοηματικές αλλοιώσεις. Αυτές συμβαίνουν όταν αφαιρεθούν ή αντικατασταθούν κάποιες λέξεις ή φράσεις. Εκτός από την Τζένη Τσίλη που μετέχει στις ερμηνείες με το πιάνο, το hamond organ, το ηλεκτρικό μπάσο και το κοντραμπάσο και τον Βασίλη Γισδάκη που δεν έχει ξεχάσει την κλασική κιθάρα, για τη μουσική επάρκεια των ακροαμάτων μόχθησαν ο Ελευθέριος Βαλασέλλης, κλασική και ηλεκτρική κιθάρα, η Στέλλα Ζιοπούλου βιολί, η Ζωή Βαφειάδη, όμποε, ο Αλκαίος Σουγιούλ, μαντολίνο, ο Σταύρος Παργινός, βιολοντσέλο, ο Βαγγέλης Ζωγράφος, κοντραμπάσο και ηλεκτρικό μπάσο και ο Ορέστης Γράβαρης ντραμς. Τις λιτές και ισορροπημένες ενορχηστρώσεις υπογράφει η συνθέτρια, η οποία είχε και την ευθύνη της παραγωγής.